Είναι βέβαιο ότι ο τρόπος που ο σημερινός άνθρωπος λειτουργεί και συναλλάσσεται με τον εαυτό του και το περιβάλλον, είναι βουλιμικός. Η τάση που επικρατεί είναι μια βαθιά επιθυμία για ικανοποίηση προς κάθε κατεύθυνση, που όμως έχει ως αποτέλεσμα να αφήνει το άτομο με την αίσθηση του ανικανοποίητου και του αχόρταγου. Αυτό σημαίνει ότι για ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων, τίποτα δεν είναι ικανό ή αρκετό να «θρέψει» την εσωτερική τους «πείνα», νιώθοντας έτσι ένα τεράστιο κενό και δυσαρέσκεια. Οι μηχανισμοί που καθορίζουν αυτή τη συμπεριφορά είναι εξελικτικά σύμφωνοι με την εξίσου ραγδαία και αμεταβόλιστη εξέλιξη, κυρίως των δυτικών κοινωνιών. Μέσα στο πλαίσιο της υπερκατανάλωσης ανήκει και η ψυχική διαταραχή της βουλιμίας.
Πιο συγκεκριμένα, η ψυχογενής νευρική βουλιμία είναι μια ψυχική διαταραχή που αφορά ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού και κυρίως τις γυναίκες. Συνήθως κάνει την εμφάνιση της στην εφηβεία αλλά και στην ενήλικη ζωή. Χαρακτηρίζεται από υπερφαγία, όπου συνεπάγεται η υπερβολική κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τροφής και σε σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς το άτομο να έχει αίσθημα έλεγχου της επιθυμίας του. Είναι μια διαταραχή όπου το άτομο συνεχώς αποζητά και σκέφτεται το φαγητό. Υπάρχει μια ανεξέλεγκτη επιθυμία για κατανάλωση φαγητού με εναλλαγές γλυκών και αλμυρών γεύσεων, όπου το άτομο σταματάει μόνον όταν αρχίζει να υποφέρει και όχι γιατί νιώθει ότι έχει χορτάσει. Άλλωστε, μια ένδειξη της διαταραχής είναι η μη φυσιολογική αίσθηση κορεσμού.
Τα άτομα αυτά αισθάνονται ενοχικά ως προς την ανεξέλεγκτη υπερφαγία και προσπαθούν με κάθε τρόπο να ακυρώσουν την πράξη τους. Είναι σύνηθες να προκαλούν εμετό μετά από μια οξεία φάση υπερφαγίας, ή να χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες καθαρτικών. Κατά περιόδους κάνουν εξαντλητικές δίαιτες και υπερβολική άσκηση. Η διάγνωση της βουλιμίας δεν προϋποθέτει για το άτομο να είναι υπέρβαρο, αλλά ούτε και να ασκεί την πράξη του εμετού, αν και είναι το πιο σύνηθες. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις όταν το άτομο και η οικογένεια του δεν ασχοληθούν με το πρόβλημα της ψυχογενούς βουλιμίας, τότε μια πολύ πιθανή εξέλιξη για τον πάσχοντα είναι η παχυσαρκία και η παντελής εγκατάλειψη της προσπάθειας αυτοελέγχου.
Οι ψυχολογικοί παράγοντες φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο για την έναρξη της βουλιμίας. Η πίεση από το περιβάλλον, οι αρνητικές σχέσεις μέσα στην ίδια την οικογένεια, η κακή εικόνα του εαυτού, η έλλειψη αυτοπεποίθησης, η μη επικοινωνία, καθώς και η μοναξιά, συμβάλουν ενεργά προς αυτή την κατεύθυνση.
Κοινωνικά, τα πρότυπα πιέζουν ως προς μια πορεία τελειομανίας, υπερκαταναλωτισμού και επιφανειακής ευμάρειας, εν δυνάμει, παράγοντες εξίσου καταστροφικοί για το άτομο. Ο γυναικείος πληθυσμός είναι πιο επιρρεπής στις διατροφικές διαταραχές, αφού το πρότυπο ενός σώματος που θα το θαυμάσουν οι άλλοι και θα σαγηνεύσει, καταλαμβάνει μεγάλη αξία. Δυστυχώς, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της νευρικής βουλιμίας, η διαταραχή του ψυχισμού είναι τέτοια που δεν επιτρέπει μια υγιή σχέση με το σώμα, αλλά αντίθετα το άτομο νοσεί και αντιλαμβάνεται τον εαυτό του παραμορφωτικά. Δηλαδή, όταν το άτομο κοιτάζει τον καθρέφτη, συνεχώς βλέπει μια αλλοιωμένη εικόνα του εαυτού και του σώματός του και πολλές φορές αισθάνεται απέχθεια και αποστροφή. Σε κάποιες περιπτώσεις η βουλιμία και η ανορεξία εναλλάσσονται ως τρόποι ελέγχου των συναισθημάτων και της εικόνας του σώματος. Αυτή η ψυχική κατάσταση δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο αρνητικών συναισθημάτων και αισθήσεων, που ωθούν τον πάσχοντα σε υπερφαγία, στην προσπάθεια του να ηρεμήσει και να κατευνάσει τις εσωτερικές ψυχικές συγκρούσεις. Εν συνεχεία, η ηρεμιστική δράση της τροφικής υπερβολής γρήγορα δίνει τη θέση της στις ένοχες, το θυμό και την απαξίωση του εαυτού, και ο κύκλος αρχίζει ξανά!
Τα άτομα που νοσούν από τη βουλιμική διαταραχή προσπαθούν μέσω της νόσου τους να εκφράσουν έντονα συναισθήματα, όμως βρίσκουν δυσκολία να το κάνουν λεκτικά. Είναι άτομα που δεν έχουν μάθει να εκφράζονται, καθώς πολλές φορές δεν γνωρίζουν πώς να το κάνουν. Το εγώ τους είναι αδύναμο και δε μπορούν να διαχειριστούν τα δικά τους συναισθήματα μα και των άλλων.
Αυτό, ξεκινάει τις περισσότερες φορές από την οικογένεια, όπου η δομή της είναι ανασφαλής, μη επικοινωνιακή και στερημένη από έκδηλη αγάπη, φροντίδα και τρυφερότητα. Οι γονείς σε αυτές τις περιπτώσεις εκφράζουν την αγάπη τους μέσω του φαγητού και των υλικών αντικειμένων. Αδυνατούν να επικοινωνήσουν τα δικά τους συναισθήματα και έτσι τα παιδιά τους αναπαράγουν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο το γονεϊκό τους πρότυπο. Ας μην ξεχνούν οι γονείς, ότι το παράδειγμά τους αφήνει το πιο δυνατό ψυχικό αποτύπωμα στη ζωή των παιδιών τους.
Η σχέση μητέρας – κόρης είναι και αυτή στο επίκεντρο των τροφικών διαταραχών. Παρατηρούμε, ότι σχεδόν σε όλες, αν όχι όλες, τις περιπτώσεις βουλιμίας ή ανορεξίας, υπάρχει και μια σοβαρά διαταραγμένη σχέση παιδιού και μητέρας. Αναφέρομαι κυρίως στην σχέση κόρης – μητέρας, μιας και αυτή έχει δείξει να επηρεάζει σημαντικά την μετέπειτα εξέλιξη, όσον αφορά στις διατροφικές συνήθειες των γυναικών. Οι γυναίκες που πάσχουν από διατροφικές διαταραχές, συνήθως έχουν συγκρουσιακές σχέσεις με τις μητέρες τους και αδυνατούν να επικοινωνήσουν ουσιαστικά μαζί τους. Από την άλλη, μπορεί να είναι μια σχέση βαθιά ελεγκτική από την πλευρά της μητέρας και ασφυκτική, καταπιέζοντας και εξουσιάζοντας την κόρη.
Ίσως, οι παραπάνω έννοιες από μόνες τους, να είναι αρκετά περίπλοκες και σίγουρα αυτά τα δυναμικά και οι υποβόσκουσες παθολογίες δεν είναι εύκολο να αναγνωριστούν χωρίς τη βοήθεια των ειδικών. Είναι λοιπόν, απολύτως σημαντικό να εντοπιστεί το πρόβλημα εγκαίρως και να αποφευχθεί η χρόνια εγκατάσταση της διατροφικής διαταραχής. Χρειάζεται συστηματική παρακολούθηση από τον ειδικό ψυχολόγο – ψυχοθεραπευτή και σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται να είναι απαραίτητη η εμπλοκή της οικογένειας σε κάποιο θεραπευτικό σχήμα. Ας μην ξεχνάμε ότι οποιαδήποτε διατροφική διαταραχή είναι μια ψυχική διαταραχή, που όπως κάθε σοβαρό νόσημα, αν αφεθεί στην τύχη της, μπορεί να καταβάλει παντελώς τη ζωή του ασθενούς.
-της Νόρας Κοντοστεργίου, B.A., Pg. Dip., M. Clin. Sc, Ψυχολόγου, Ψυχαναλυτικής, Ψυχοθεραπεύτριας
Σχολιάστε το άρθρο