Τα όσπρια είχαν ιδιαίτερη θέση στο τραπέζι τους.
Σε καθημερινή βάση ήταν το γάλα και το τυρί.
Στην Κλασσική Ελλάδα τα λαχανικά είχαν μεγάλη ζήτηση. Τα όσπρια και τα δημητριακά ήταν συνήθως οι τροφές των φτωχών, καθώς το κρέας ήταν πανάκριβο. Η κρεατοφαγία περιοριζόταν στις γιορτές, δημόσιες ή ιδιωτικές, εκτός από τη περίπτωση των ομηρικών ηρώων ή τα συμπόσια. Ο Πυθαγόρας και οι οπαδοί του απέφευγαν να τρώνε ότι έχει ζωή, αλλά και ο Πλάτων που δεν ήταν μαθητής του Πυθαγόρα, ακολουθούσε τη «πυθαγόρειο δίαιτα», δηλαδή χορτοφαγία. Οι Αρχαίοι λοιπόν έτρωγαν κρέας μόνο μερικές φορές το χρόνο λόγω φτώχειας κυρίως στην Αττική. Η ζήλια λένε, έκανε τους Αθηναίους να χρησιμοποιούν τη λέξη Βοιωτός ως βρισιά, επειδή οι Βοιωτοί είχαν πλουσιότερο τραπέζι.
Οι γεύσεις στην Αρχαία Ελλάδα με τις γλυκόξινες σάλτσες και τη μείξη θαλασσινών με κρέατα θυμίζουν τη κινέζικη κουζίνα. Στην χώρας μας εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν πατάτες, ντομάτες, καλαμπόκι, πιπεριές, ούτε πορτοκάλια, λεμόνια ή μανταρίνια. Τα λαχανικά που χρησιμοποιούσαν ήταν το αγγούρι (σικυός), η αγκινάρα (κινάρα), η αγριοαγκινάρα (τραχέα ή σκόλιον), ο αρακάς (ώχρος), κολοκύθες (κολοκύνται), βλίτα, το λάχανο (ράφανος), το άγριο λάχανο (σκάνδιξ), μανιτάρια (μύκαι), μαρούλι (θρίδαξ), μολόχα (μαλάχη), πράσα (γήτεια), παντζάρια (τεύτλα), σκόρδα (σκόροδα), κρεμμύδια, ρεπάνια (ραφανίδες), σπαράγγια (ασπάραγοι), άγριο σπανάκι (ανδράφαξις), σινάπι (νάπυ), καρότο (σταφυλίνος) και άλλα… Τα άγρια χόρτα τα ονόμαζαν κιχώρια.
Τα όσπρια είχαν ιδιαίτερη θέση στο τραπέζι τους, όπως τα κουκιά (κύαμοι), τα λούπινα (θέρμοι), μπιζέλια (λάθηροι), τα ρεβίθια (ερέβινθοι), φακές, φασόλια και πουρέδες οσπρίων, όπως η φάβα (έτνος). Σύμφωνα με το μύθο ο Ηρακλής τρελαινόταν για το «έτνος». Είχαν επίσης σκεφτεί αμέτρητους τρόπους χρήσης των δημητριακών, που κυρίως χρησίμευαν για τη παρασκευή τύπων ψωμιού. Στη ζύμη ανακάτευαν διάφορα καρυκεύματα όπως σουσάμι, δυόσμο, μάραθο, αλλά ακόμα τυρί, ελιές ή μέλι και έδιναν διαφορετικές γεύσεις στο ψωμί. Οι πρόγονοι μας έτρωγαν ψωμί από κριθάρι (άλφιτον), σιτάρι (σίτος) όπως επίσης κεχρί (μελίνη), ολύρα που ήταν είδος κριθαριού, μονόκοκκο σιτάρι (τίφη), τρίκοκκο σιτάρι (ζέα-ζειά).
Από τα μπαχαρικά και καρυκεύματα χρησιμοποιούσαν τον άνηθο, βασιλικό (ώκιμος), δυόσμο (μίνθη), το θρούμπι (θύμβρη), θυμάρι (θύμων), κάππαρη, κάρδαμο, κόλιανδρος (κορίαννος), κουκουνάρια (κώνοι), κύμινο, πιπέρι (πέπερι), μάραθος, μύρρον (σμύρνα), ρίγανη (ορίγανος), αλάτι και ξίδι (όξος)… Οι έμποροι που έφερναν μπαχαρικά από τις αγορές της Ανατολής, κινδύνευαν να κατηγορηθούν ως κατάσκοποι του βασιλιά των Περσών.
Ψητά στο φούρνο, στη σούβλα ή στη σχάρα, βραστά με διάφορα λαχανικά και καρυκεύματα ή μαγειρεμένα με διάφορους τρόπους. Το πιο διαδεδομένο κρέας ήταν το χοιρινό, ακολουθούσε το κατσικίσιο και το βοδινό. Πουλιά διαφόρων ειδών, λαγοί και κουνέλια, αγριόχοιροι, αγριοκάτσικα, ελάφια βρίσκονταν στα πιάτα των αρχαίων, πολλά από αυτά αφού τα ψήνανε τα διατηρούσαν μέσα στο λάδι ή τα παραγεμίζανε με διάφορα καρυκεύματα, όπως κάνουν στη Μάνη μέχρι σήμερα. Επίσης οι κοχλιοί, τα σαλιγκάρια ήταν τα εκλεκτότερα εδέσματα, έχουμε αναφορές από την εποχή του Μίνωα στη Κρήτη.
Οι έλληνες ανέκαθεν έτρωγαν περισσότερο ψάρια παρά κρέας. Μάλιστα οι Αθηναίοι είχαν μεγάλη αδυναμία στα θαλασσινά και όστρακα. Για το λαό το πιο διαδεδομένο θαλασσινό ήταν οι σαρδέλες του Φαλήρου μαζί με κριθαρένιο ψωμί. Αύξηση στην τιμή της φαληρικής σαρδέλας έβαζε σ’ ανησυχία τον φτωχό κόσμο. Οι αρχαίοι λοιπόν προτιμούσαν τα παχιά ψάρια, όπως κολιό, σκουμπρί (σκόμβρος), γόπα (βοξ), σαρδέλα (σαρδίνη), μαρίδα (σμάρις), γαύρο (αφύη), χέλι (έγχελυς)… Μεγάλη ζήτηση στην αγορά είχαν τα παστά ψάρια από τον Ελλήσποντο και τον Εύξεινο Πόντο.
Από τα απαραίτητα στο τραπέζι σε καθημερινή βάση ήταν το γάλα και το τυρί. Λάτρευαν τα φρούτα και συγκεκριμένα το αγριάχλαδο (αχράς), το αχλάδι (άπιο, όγχνη), το δαμάσκηνο (κοκκύμηλον), το κεράσι, το κούμαρο (μικαίμυλον), το κυδώνι, το μούσμουλο (μέσπιλο), μούρα (μόροι, συκάμινα), πεπόνια, ρόδια (ρόαι) και βέβαια το σταφύλι (βότρυς) και το σύκο. Αργότερα ήρθαν τα περσικά μήλα (ροδάκινα), τα αρμένικα μήλα (βερίκοκα) και τα κίτρα. Τα μήλα ήταν κυρίως δύο κατηγοριών τα γλυκά «ορβικλάτα» και τα ζουμερά «σητάνια» ή «πλατάνια».
Τα γλυκά τα αποκαλούσαν «νωγαλεύματα». Οι μελόπιτες (μελιτούτα) και οι γαλατόπιτες ήταν τα πιο συνηθισμένα. Το βραδινό ήταν το κύριο γεύμα και οι αρχαίοι σπανίως έτρωγαν μόνοι. Οι αρχαίοι επίσης σπάνια έπιναν το κρασί τους ανέρωτο (άκρατος οίνος). Συνήθως έβαζαν αρώματα: θυμάρι, μέντα, γλυκάνισο, δενδρολίβανο, μυρτιά, λουλούδια, μπαχαρικά.. Η αναλογία ήταν μισό-μισό για το νερό ή 3 μέρη νερό 2 κρασί.
Σχολιάστε το άρθρο